Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Η τηλεόραση Alfa Omega Evia Web, η χορωδία της Καλλιθέας, και κάτοικοι από γύρο περιοχές πήγανε εκδρομή στην Βοιωτία

Η τηλεόραση Alfa Omega Evia Web, η χορωδία της Καλλιθέας, και πολλοί άλλοι κάτοικοι από γύρο περιοχές όπως από Γυμνό, Αμάρυνθο, και Βασιλικό, πήγανε εκδρομή στην Βοιωτία, και συγκεκριμένα στην Λιβαδειά όπου επισκέφτηκαν και ξεναγήθηκαν σε δυο Μοναστήρια στην μονή Ιερουσαλήμ, και στην μονή Οσίου Λουκά! Με την κάμερα της Alfa Omega καταγράψαμε υπέροχες εικόνες από τα δυο Μοναστήρια αλλά και από την Λιβαδειά πλην όμως σας παρουσιάζουμε και την Ιστορία των σημείων που επισκεφτήκαμε!
                     ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ------>
Μπορείτε να αλλάξετε την ποιότητα του Video στο κάτω δεξιό μέρος από τις ρυθμίσεις και να το δείτε σε υψηλή ποιότητα ( 720p )

Ιερά Μονή Ιερουσαλήμ ή 'Γερσαλή'
 Το ιστορικό μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου Ιερουσαλήμ
αποτέλεσε και αποτελεί αξιόλογο ιστορικό και θρησκευτικό κέντρο από την εποχή της Τουρκοκρατίας. έχει να μας διηγηθεί πολλές ιστορίες εθνικής υπερηφάνειας αλλά και καταστροφής. Απέχει 5 χιλιόμετρα από τη Δαύλεια και δεσπόζει στη δασωμένη ανατολική πλευρά του βουνού του Απόλλωνα, Παρνασσού και σε υψόμετρο 900 μέτρων. Η μονή είναι προστατευμένη από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα σε μία διάταξη που θυμίζει μεσαιωνική οχύρωση καθώς το εσωτερικό των τειχών αποτελούν τα κελιά των μοναχών. Στο κέντρο του τετραγώνου που διαμορφώνεται εσωτερικά βρίσκεται το καθολικό της μονής. Ο ναός είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος τετρακιόνιος με προσθήκη δύο πεσσών δυτικά. Το τοπίο είναι μοναδικό σε ομορφιά και γαλήνη. Άγριες και απότομες οι πλαγιές του Παρνασσού στέκουν από πάνω του, ενώ από ψηλά κατεβαίνει το πυκνό δάσος του ελάτου που το ζώνει από παντού. Το εσωτερικό του μοναστηριού σε απόλυτη τάξη, καθαριότητα και καλαισθησία, o πολύ όμορφος κήπος καθώς και η φιλοξενία των μοναχών που διαβιούν εκεί ανταμείβει και τον πιο δύσκολο επισκέπτη. Ιδρύθηκε πιθανότατα το 1088, στα χρόνια του Aλεξίoυ Α' αυτoκpάτopα του βυζαντioυ χρονολογία ανοικοδόμησης και του καθολικού του. Βέβαια, ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι υπήρχε ήδη πριν από το 1000 μ.Χ. Οι εικόνες και οι τοιχογραφίες του, είναι έργα του 17' αιώνα, βυζαvτιvής τεχνοτροπίας, χρονολογία ανοικοδόμησης και της εκκλησίας του Μοναστηριού. Η καίρια θέση του το έκανε σταθμό και Κιβωτό Πίστης στην ιστορία της Κεντρικής Ελλάδας.  Πιέστε για Μεγένθυνση!

Ιερά Μονή Ιερουσαλήμ εσωτερικά.
Η σημερινή μορφή του ναού δεν είναι η αρχική, καθώς πρέπει να προηγήθηκαν στην ίδια θέση άλλοι δύο, που καταστράφηκαν από σεισμό (1870) και πυρκαγιές. Ξεχωριστό κεφάλαιο στις σελίδες της ιστορίας της Μονής αποτελεί η δραστηριότητά της κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, οπότε υπαγόταν στην Ιερά Μονή Σινά. Την εποχή εκείνη οι μοναχοί της έδειξαν τρομερή ανδρειοσύνη, καθώς νοσήλευαν αρρώστους και τραυματίες, συντηρούσαν οικογένειες αγωνιστών, ανεφοδίαζαν τους κλέφτες και κρατούσαν ζωντανή την ελληνική γλώσσα και παράδοση. Για το λόγο αυτό πολλές φορές πολιορκήθηκε, κατακτήθηκε και καταστράφηκε από τους Τούρκους. Η νικηφόρα έκβαση της μάχης της Αράχωβας το 1826, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, σε μήνυμα που έστειλε ο ηγούμενος της μονής Παφνούτιος στον Γεώργιο Καραϊσκάκη με τον ανιψιό του να του πει πως ένα ασκέρι 2000 Τουρκαλβανών έχουν κατασκηνώσει στο μοναστήρι και πως την επαύριο θα περάσουν από την Αράχωβα με προορισμό τα Σάλωνα να βοηθήσουν τους πολιορκημένους Τούρκους από τον Πανουριά και τον Δυοβουνιώτη. Ξανά κτίστηκε όμως και σήμερα μετά από τους σεισμούς του 1981, αναστηλωμένο βρίσκεται ορθό και πάλι στις πλαγιές του Παρνασσού. Δυστυχώς οι συνεχείς καταστροφές της Μονής αφάνισαν πολύτιμα κειμήλια, χειρόγραφα και θησαυρούς. Σε αυτά που σώθηκαν συγκαταλέγονται σπουδαία έργα όπως οι φορητές εικόνες του τέλους του 17ου αιώνα Κρητικής τεχνοτροπίας, έργα του Νικολάου Καλλέργη (όπως αποδεικνύεται από υπογραφή στην εικόνα των Ταξιαρχών). Οι σπουδαιότερες είναι του Παντοκράτορα όπου χαρακτηρίζεται από την ήρεμη έκφραση της μορφής, η εικόνα της Θεοτόκου που κρατά το μικρό Ιησού προσευχόμενο, αυτή του Προδρόμου που απεικονίζεται με φτερά ως προάγγελος του Μεσσία και των Αρχαγγέλων οι οποίοι κρατούν μετάλλιο του Κυρίου. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τη φορητή εικόνα της Παναγίας Βρεφοκρατούσας, έργο του 16ου αιώνα. Η εικόνα φυλάσσεται και μεταφέρεται στο μοναστήρι για προσκύνημα μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Σήμερα η Μονή υπηρετείται από τρεις μοναχές και γιορτάζει στις 23 Αυγούστου. Την Ιερά Μονή Ιερουσαλήμ αξίζει να επισκεφτείτε την παραμονή της εορτής της, αλλά και οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία. Θα εντυπωσιαστείτε από το επιβλητικό τοπίο που την περιβάλλει με άγριες και απότομες πλαγιές και άφθονα έλατα.


 Ναΐσκος της Παναγίας Φανερωμένης
 Η απαρχή της Ιεράς Μονής Ιερουσαλήμ ήταν μια σπηλιά, στα νοτιοανατολικά της Μονής, όπου σήμερα βρίσκεται ο ναός της Παναγίας Φανερωμένης. Ο ναός εντυπωσιάζει τον επισκέπτη με τον τρόπο που είναι προσαρτημένος στο βράχο και για την αρμονική σύνδεσή του με το φυσικό τοπίο. Η σπηλιά μετασχηματίστηκε σε ναό την εποχή που οι ασκητές των Αγίων Τόπων κατέφυγαν στην περιοχή λόγω των διωγμών τους από τους Άραβες Σαρακηνούς. Το ναό κοσμούν τοιχογραφίες, που χρονολογούνται το 17ο αιώνα μ.Χ. και ακολουθούν την τεχνοτροπία της Κρητικής Σχολής. Ενώ σε ένα σημείο νερό αναβρύζει από τα σπλάχνα του βράχου κάτι σαν φυσικός αγιασμός για τον προσκυνητή.
Το εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου.
 Μέσα στη Δαύλεια βρίσκεται και άλλος ένας θρησκευτικός χώρος άξιος προσοχής, το μεταβυζαντινό εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου. Είναι ρυθμού βασιλικής με εξωτερικά αντιστηρίγματα λιθοδομής και τοιχογραφίες του 18ου αιώνα. Επίσης έχουν βρεθεί πολλά σπηλαιολογικά ευρήματα. Έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από τον Σπηλαιολογικό Ελληνικό Όμιλο (ΣΠΕΛΕΟ) και έχει σταλεί Σπηλαιολογική ομάδα για εξερεύνηση, φωτογράφηση και χαρτογράφηση των σπηλαιολογικών χώρων του δήμου και ειδικά του οριζοντίου σπηλαίου του Αγίου Γεωργίου. Δυστυχώς σήμερα το ξωκλήσι αυτό είναι σε πολύ κακή κατάσταση λόγω σοβαρών στατικών προβλημάτων.

Μονή Οσίου Λουκά
Τὸ σπουδαιότερο βυζαντινὸ μνημεῖο τῆς Ἑλλάδας τοῦ 11ου αἰ., ἡ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ τοῦ Στειριώτη, εἶναι ἱδρυμένο σὲ γραφικὴ πλαγιὰ στὶς δυτικὲς ὑπώρειες τοῦ Ἑλικώνα, κοντὰ στὴν ἀρχαία Στειρίδα.
 

Βασικὴ πηγὴ τῶν πληροφοριῶν γιὰ τὸ μοναστήρι καὶ τὸν Ὅσιο Λουκᾶ εἶναι ὁ Βίος του, ποὺ συνέταξε ἀνώνυμος μαθητής του τὸ 962, λίγα χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ὁσίου τὸ 953.

Τὸ μοναστήρι μὲ τὶς δύο μεγάλες ἐκκλησίες (τὸ ναὸ τῆς Παναγίας καὶ τὸ Καθολικό), τὴν Κρύπτη, τὸ καμπαναριό, τὰ κελλιὰ καὶ τὰ ἄλλα κτίσματα, ἀφιερωμένο στὸν θαυματουργὸ τοπικὸ ἅγιο, ἀπέκτησε σύντομα μοναδικὴ ἀκτινοβολία καὶ τοῦτο γιατὶ ἡ μορφὴ τῆς τέχνης του θεωρεῖται πρότυπο γιὰ τὰ βυζαντινὰ μνημεῖα τοῦ 11ου αἰ. σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα.

Η Ιερά Μονή αποτελείται από διώροφα και τριώροφα κελλιά και βοηθητικούς τοίρους στις τέσσερις πλευρές, την τράπεζα, τον πύργο του κωδωνοστασίου και τους δύο ναούς με την κρύπτη, που καταλαμβάνουν το κέντρο του χώρου του μοναστηριού. Όλα αυτά βέβαια έγιναν σταδιακά. Άρχισαν από το ταπεινό κελί του Οσίου, ενώ τα άλλα προστέθηκαν για να στεγασθούν οι συνασκητές του.
Στο κέντρο του συγκροτήματος δεσπόζουν οι μεγαλοπρεπείς και εντυπωσιακοί ναοί: αριστερά της Παναγίας, δεξιά του Οσίου Λουκά, που συνδέονται μεταξύ τους.

Ναός της Παναγίας στη μονή του Οσίου Λουκά
Η εκκλησία της Παναγίας είναι η παλαιότερη από τις δύο εκκλησίες του μοναστηριακού συγκροτήματος. Χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 10ου αι. Κτισμένη σύμφωνα με τα κωνσταντινουπολίτικα πρότυπα, η εκκλησία κατέχει μια εξέχουσα θέση στην ιστορία της βυζαντινής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Η αρχιτεκτονική μορφή και ο τρόπος δομής, η εκλέπτυνση στη διάρθωση των εξωτερικών επιφανειών και ο εξαιρετικός πλούτος στον αρχιτεκτονικό διάκοσμο προκάλεσαν από νωρίς το ενδιαφέρον των μελετητών.
Το Ιερό της Παναγίας εσωτερικά σχηματίζει τρεις ημικυκλικές κόγχες αλλά εξωτερικά είναι ημιεξάγωνες. Έχει νάρθηκα ευρύχωρο, στον οποίο προστέθηκε μεταγενέστερα και προστώο. Είναι ενδιαφέρουσα η τοιχοδομία στο εσωτερικό και σώζονται λίγα δείγματα τοιχογραφιών, από τα οποία συνάγεται ότι ο ζωγραφικός διάκοσμος του χρονολογείται από τον 11ο ή 12ο αιώνα. Εξωτερικά ο ναός αυτός της Παναγίας παρουσιάζει ένα από τα καλύτερα δείγματα αρχιτεκτονικής και διακοσμητικής της βυζαντινής περιόδου.
Ως προς τον αρχιτεκτονικό τύπο ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό με τρούλο, τον τύπο δηλαδή που χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική σχολή της Κωνσταντινούπολης. Όπως συχνά συμβαίνει στα μοναστήρια, στον κυρίως ναό έχει προσαρτηθεί ευρύχωρος νάρθηκας, η λιτή. Δυτικά της λιτής, ο ιδιότυπος εξωνάρθηκας αποτελείται από ένα ανοικτό προστώο με δύο κλειστά διαμερίσματα στα δύο άκρα, τα οποία προεξείχαν από το περίγραμμα του κυρίως ναού. Το νότιο διαμέρισμα του εξωνάρθηκα ενσωματώθηκε στη μεταγενέστερη εκκλησία, το καθολικό της μονής. Στη διάρκεια αναστηλωτικών εργασίων, κάτω από την ορθομαρμάρωση του καθολικού αποκαλύφθηκε μια εξαιρετική τοιχογραφία, που διακοσμούσε άλλοτε τον ανατολικό τοίχο του νοτίου διαμερίσματος του εξωνάρθηκα. Η μοναδική τοιχογραφία που σώθηκε από την αρχική διακόσμηση του ναού της Παναγίας ιστορεί την εμφάνιση του αρχάγγελου Μιχαήλ στον Ιησού του Ναύη πριν από την άλωση της Ιεριχώ. Τοιχογραφίες διασώζονται και στο νότιο σκέλος του σταυρού και το διακονικό. Παριστάνονται συνολικά πέντε μορφές ιεραρχών που έχουν χρονολογηθεί στο τέλος του 12ου αι.

Καθολικό μονής Οσίου Λουκά
Μισό αιώνα, περίπου, μετά το ναό της Παναγίας χρειάσθηκε να ανεγερθεί και ο δεύτερος, ο μεγαλύτερος, ο αφιερωμένος ναός στον όσιο ιδρυτή (1011). Επί χίλια τώρα έτη δεν έπαυσε ο ναός αυτός να προκαλεί κατάπληξη και αισθήματα θαυμασμού με τη μεγαλοπρέπεια και τον πλουσιότατο και τέλειο εσωτερικό του διάκοσμο (ψηφιδωτά, τοιχογραφίες), γεγονός που γεννά την πεποίθηση ότι ανοικοδομήθηκε με γενναίες βασιλικές και ηγεμονικές χορηγίες.
Ἡ οἰκοδομὴ τοῦ Καθολικοῦ, ποὺ τοποθετεῖται χρονολογικὰ στὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 11ου αἰ., ἀποδίδεται, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, σὲ τρεῖς αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου: Τὸν Ρωμανὸ Β΄ (959-963), τὸν Βασίλειο τὸν Βουλγαροκτόνο (976-1028) καὶ τὸν Κωνσταντῖνο Θ΄ τὸ Μονομάχο (1042-1056).
Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς εἶχε προφητέψει τὸ 941 ὅτι «Ρωμανὸς Κρήτην χειροῦται», θὰ ἐλευθερώσει δηλαδὴ τὴν Κρήτη ἀπὸ τοὺς Σαρακηνούς. Ὅταν ρωτήθηκε ἂν ἐπρόκειτο γιὰ τὸν αὐτοκράτορα Ρωμανὸ Α ΄ ποὺ βασίλευε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἀπάντησε «οὐχ οὗτος ἀλλ’ ἔτερος». Ἔτσι ἡ ἀνέγερση τοῦ Καθολικοῦ συνδυάστηκε μὲ τὴν προφητεία αὐτή, γιατί ἦταν ἑπόμενο ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ρωμανὸς Β΄ νὰ θέλησε νὰ ἀνεγείρει ἕναν μεγαλοπρεπῆ ναὸ ἀπὸ εὐγνωμοσύνη στὸν Ὅσιο γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης (961), ὅπως εἶχε προφητέψει εἴκοσι χρόνια νωρίτερα. Ὅμως ὁ Ρωμανὸς Β΄ ἀπεβίωσε τὸ 963, δύο χρόνια μετὰ τὴν ἀνακατάληψη τῆς Κρήτης. Ἑπομένως τὸ χρονικὸ διάστημα τῶν δύο ἐτῶν ποὺ μεσολάβησε κρίνεται ἀνεπαρκὲς γιὰ τὴν ἀποπεράτωση τοῦ μεγαλεπήβολου αὐτοῦ ἔργου.
Τίποτε τὸ συγκεκριμένο δὲν προκύπτει γιὰ τὴν ἵδρυση τοῦ Καθολικοῦ κατὰ τὴν βασιλεία τοῦ Βασιλείου Β΄ τοῦ Βουλγαροκτόνου, ἀφοῦ τὸ σημαντικότατο αὐτὸ γεγονὸς δὲν μνημονεύεται στὶς λεπτομερεῖς περιγραφὲς τῶν συγγραφέων γιὰ τὴ θριαμβευτικὴ πορεία τοῦ αὐτοκράτορα ἀπὸ τὴν Ἀχρίδα στὴν Ἀθήνα (1018-1019).
Ἀντίθετα ὑποστηρίχθηκε ἡ ἐκδοχὴ τῆς συμβολῆς τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ΄ τοῦ Μονομάχου στὴν ἀνέγερση τοῦ Καθολικοῦ, γιατί: α) κατὰ τὴ διάρκεια τῆς βασιλείας του ἀναζωογονήθηκαν οἱ τέχνες καὶ τὰ γράμματα καὶ δαπανήθηκαν μεγάλα ποσὰ γιὰ τὴν ἵδρυση μεγαλόπρεπων ναῶν καὶ κοινωφελῶν ἱδρυμάτων καὶ β) κατὰ μία σημαντικότατη πληροφορία ποὺ παρέχει ὁ περιηγητὴς Κυριακὸς ὁ Ἀγκωνίτης (1391-1455), ἡ οἰκοδομὴ τοῦ Καθολικοῦ τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ πραγματοποιήθηκε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς βασιλείας τοῦ Μονομάχου (1042-1055). Τὴ Μονὴ ἐπισκέφθηκε ὁ Κυριακὸς κατὰ τὴν περιοδεία του στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ 1435 ὡς τὸ Μάρτιο τοῦ 1436. Ὁ περιηγητὴς ἔγραψε «ἰδίᾳ χειρί», μικρὸ κείμενο, στὸ ὁποῖο ἀναφέρει ὅτι ὁ ναὸς τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ κτίστηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο Θ΄ τὸν Μονομάχο καὶ ὅτι τὴν πληροφορία αὐτὴ τὴ διάβασε σὲ παλαιότατο βιβλίο τῆς Μονῆς.
Ἡ θεωρία ἡ ὁποία συνδέει τὴν ἵδρυση τοῦ μεγαλόπρεπου ναοῦ μὲ τὴν ἀριστοκρατία τῆς πλούσιας Θήβας τῆς ἐποχῆς αὐτῆς ἀντικρούεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ὄγκος τοῦ κτιρίου, τὸ εἶδος καὶ ἡ ἀξία τῶν ὑλικῶν του παραπέμπουν σὲ πλούσια βασιλικὰ θησαυροφυλάκια καὶ καλλιτέχνες ποὺ κόσμησαν αὐτοκρατορικὰ κτίσματα. Ἡ προσωνυμία «βασιλομονάστηρο» ἀποδίδει τὴν αὐτοκρατορικὴ καταγωγὴ τῆς Μονῆς, καθὼς καὶ τὴν αἴσθηση τοῦ πλούτου καὶ τῆς τελειότητας τοῦ μνημείου ἀπὸ τοὺς μεταγενέστερους.
Η κεντρική εκκλησία του μοναστικού συμπλέγματος, το καθολικό, κτίστηκε νότια του ναού της Παναγίας για να στεγάσει το θαυματουργό λείψανο του οσίου Λουκά. Ανήκει στον τύπο των «ηπειρωτικών οκταγωνικών ναών? και μάλιστα θεωρείται το πρότυπο όλων των μεταγενέστερων ναών αυτού του τύπου. Στους οκταγωνικούς ναούς, που κατ'ουσίαν είναι σταυροειδείς ναοί, μόνο η στήριξη του τρούλου είναι οκταγωνική ενώ ο κεντρικός χώρος κάτω από αυτόν παραμένει τετράγωνος. Το καθολικό του Οσίου Λουκά χαρακτηρίζεται για τον ευρύ τρούλο του (διαμέτρου 9 μ. περίπου) και αντίστοιχα το διευρημένο εννιαίο τετράγωνο χώρο κάτω από αυτόν. Το βάρος του τρούλου φέρουν οκτώ ογκώδεις πεσσοί που γεφυρώνονται σε μεγάλο ύψος, από τέσσερα μεγάλα τόξα ανάμεσα σε τέσσερα ημιχώνια. Από τα παρεκκλήσια που πλαισιώνουν τον τετράγωνο πυρήνα ιδιαίτερη σημασία έχει το βορειανατολικό γιατί εκεί, και στο σημείο επικοινωνίας με τη βόρεια κεραία του σταυρού έχει τοποθετηθεί η μαρμάρινη λειψανοθήκη του οσίου. Είναι το τμήμα του καθολικού που συνδέεται με το ναό της Παναγίας, διευκολύνοντας τη διεύλευση των προσκυνητών μπροστά από το λείψανο και την εισοδό τους στο ναό της Παναγίας. Ταυτόχρονα με το καθολικό κτίσθηκε η κρύπτη που έχει σε κάτοψη το σχήμα σταυροειδούς τετρακιόνιου ναού. Στην κρύπτη στεγάζεται ο αρχικός τάφος του οσίου Λουκά, που βρίσκεται στο βόρειο τοίχο, ακριβώς κάτω από το χώρο του καθολικού, όπου τοποθετήθηκε η λειψανοθήκη του οσίου. Δύο ακόμα τάφοι στην κρύπτη ανήκουν σε επιφανείς ηγούμενους του μοναστηριού.
Ο επισκέπτης του καθολικού εντυπωσιάζεται από τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμο. Συνθέσεις από χρωματιστά μάρμαρα καλύπτουν το δάπεδο του ναού, όπως και τις κατακόρυφες επιφάνειες των τοίχων. Τα λαμπρά ψηφιδωτά που κοσμούν τις ανώτερες επιφάνειες του καθολικού, αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα ψηφιδωτά σύνολα της μεσοβυζαντινής τέχνης. Χρονολογούνται γύρω στη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 11ου αι., είναι δηλαδή πρωιμότερα από τα άλλα δύο μεγάλα ψηφιδωτά σύνολα του ελλαδικού χώρου, αυτά της Νέας Μονής Χίου και του Δαφνιού. Στη κόγχη του ιερού απεικονίζεται η Παναγία ένθρονη Βρεφοκρατούσα, ενώ στο χαμηλό θόλο πάνω από το ιερό παριστάνεται η Πεντηκοστή. Στο μεγάλο τόξο επάνω από την είσοδο του ιερού εικονίζονται οι δύο αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ. Ο χριστολογικός κύκλος αντιπροσωπεύεται με τέσσερις σκηνές στα ημιχώνια (ο Ευαγγελισμός που δεν σώζεται, η Γέννηση, η Υπαπαντή και η Βάπτιση) και με τέσσερις σκηνές από τον κύκλο του Πάθους (ο Νιπτήρας, η Σταύρωση, η Ανάσταση και η Ψηλάφηση του Θωμά). Στο διακονικό διατηρούνται δύο σκηνές της Παλαιάς Διαθήκης, ο Δανιήλ στο λάκκο των Λεόντων και οι Τρεις Παίδες στην κάμινο. Τη ψηφιδωτή διακόσμηση συμπληρώνουν παρααστάσεις ενός πολύ μεγάλου αριθμού αγίων, κυρίως μοναχών, ιεραρχών, στρατιωτικών αγίων και αγίων ιατρών.
Τα δύο παρεκκλήσια, βορειοδυτικό και νοτιοδυτικό, μικρό τμήμα του βορειοανατολικού διαμερίσματος και η κρύπτη κοσμούνται με τοιχογραφίες που χροονολογούνται στο τρίτο τέταρτο του 11ου αι.

Ναός-κρύπτη Αγίας Βαρβάρας

Δύο χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ὁσίου οἱ μαθητὲς καὶ συμμοναστές του τελειοποίησαν καὶ κόσμησαν τὴν εκκλησία-κρύπτη τῆς Ἁγίας Βαρβάρας, μετέβαλλαν τὸ κελλὶ ὅπου τάφηκε ὁ Ὅσιος (στον κάτω όροφο-υπόγειο του μεγάλου ναού) σὲ «ἱερὸ εὐκτήριο» μὲ σχῆμα σταυρικὸ καὶ ἀνοικοδόμησαν νέα κελλιὰ καὶ ξενῶνες. Ἑπομένως, τὸ ἔτος 955 ὑπῆρχε μία πρώτη μοναστικὴ κοινότητα. Σύμφωνα μὲ τὸν Ε. Στίκα ὁ ναὸς τῆς Ἁγίας Βαρβάρας ταυτίζεται μὲ τὸ ναὸ τῆς Παναγίας καὶ ὁ εὐκτήριος οἶκος μὲ τὴν Κρύπτη. Διασώζονται οι αξιόλογες τοιχογραφίες του.
Το 1950 χαρακτηρίστηκε αρχαιολογικός χώρος. Ύστερα από επίπονες προσπάθειες του Σεβασμιότατου Μητροπολίτου Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερωνύμου δόθηκε το 1987 εκ νέου ο ναός του Οσίου Λουκά σε λειτουργική χρήση.

ΛΙΒΑΔΕΙΑ
Στα αξιοθέατα της Λιβαδειάς περιλαμβάνονται οι αρχαίες πηγές της Λήθης και της Μνημοσύνης, στον ποταμό Έρκυνα, από τις οποίες υδρεύεται και σήμερα η πόλη.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ερείπια του μαντείου του Τροφωνίου, το βυζαντινό κάστρο,  και το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, που είναι κτισμένο κοντά στα ερείπια ναού του Διός Βασιλέως. Το καλό φαγητό σε παραδοσιακές ταβέρνες και εστιατόρια είναι παράδοση.
Η λαογραφική παράδοση της Ρούμελης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πρωτεύουσα του Νομού Βοιωτίας, τη Λιβαδειά. Έθιμα, παράδοση, αλλά και εμπορική και οικονομική δραστηριότητα, τέλεια εναρμονισμένα, απαρτίζουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της πόλης, που παρέχει άμεση πρόσβαση σε όλες τις πρωτεύουσες των γύρω Νομών, όπως η  Άμφισσα, η Λαμία, το Καρπενήσι, η Χαλκίδα και η Αθήνα. Διασχίζεται από τον ποταμό Έρκυνα, βόρεια της Λιβαδειάς εκτείνεται η Αράχωβα και ο Παρνασσός ενώ νότια βρίσκεται ο Ελικώνας, στους πρόποδες του οποίου είναι χτισμένη η παλιά πόλη.

Η Λιβαδειά διαθέτει το αρχαίο Τροφώνιο Άντρο ή Τροφώνιο Μαντείο, που υπήρξε ένα από τα πέντε γνωστά Μαντεία της αρχαιότητας, καθώς και ένα πανέμορφο Μεσαιωνικό Κάστρο. Η περιοχή της Κρύας, όπως λέγονται οι πηγές του ποταμού Έρκυνα, βρίσκεται στο νότιο άκρο της πόλης και αποτελεί χώρο μοναδικού φυσικού κάλλους, με διάσπαρτα μνημεία ιστορικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς.
Ο Πύργος του Ρολογιού, που χτίστηκε στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και χρησίμευε ως πυρσός, είναι ένα από τα αξιοθέατα, που πρέπει οπωσδήποτε να δείτε επισκεπτόμενοι την Λιβαδειά. Το 1803 ο λόρδος Έλγιν, χάρισε στην πόλη ένα Ρολόι, προκειμένου να μην τον εμποδίσουν οι ντόπιοι κοτζαμπάσηδες και αγάδες στις ανασκαφές του Μαντείου του Τροφωνίου.

Οι δύο κεντρικές πλατείες της Λιβαδειάς συνδέονται με πεζοδρόμιο και αποτελούν τόπο συνάντησης και περιπάτου κατοίκων και τουριστών, ενώ μετά την περιήγησή σας στο Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο και τις στιγμές χαλάρωσης στα πέτρινα γεφύρια από την εποχή της Τουρκοκρατίας, μπορείτε να πιείτε τον καφέ ή το ποτό σας και να δοκιμάσετε τοπικές γεύσεις σε ένα από τα πολυάριθμα αναψυκτήρια και εστιατόρια.